Η Πολωνία εξετάζει την απόκτηση πρόσβασης σε πυρηνικά όπλα και την καθιέρωση στρατιωτικής εκπαίδευσης για όλους τους άνδρες, στο πλαίσιο μιας ευρείας στρατιωτικής ενίσχυσης με στόχο τη δημιουργία στρατού 500.000 ατόμων, δήλωσε ο Πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ στο κοινοβούλιο την Παρασκευή.
Η κίνηση αυτή έρχεται σε μια περίοδο αυξανόμενων ανησυχιών στην Ευρώπη ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με το Κρεμλίνο, αποδυναμώνοντας έτσι τις παραδοσιακές συμμαχίες των ΗΠΑ με τη Δύση – μια γεωπολιτική μεταβολή που η Βαρσοβία θεωρεί υπαρξιακή απειλή.
Ο Τουσκ τόνισε ότι η Πολωνία «συζητά σοβαρά» με τη Γαλλία για την προστασία της υπό τη γαλλική «πυρηνική ασπίδα», αναφερόμενος στις δηλώσεις του Εμανουέλ Μακρόν για τον ρόλο της πυρηνικής αποτροπής στην ασφάλεια της Ευρώπης. Παράλληλα, ξεκαθάρισε πως η χώρα του δεν μπορεί να περιοριστεί στα συμβατικά όπλα.
«Πρέπει να έχουμε επίγνωση ότι η Πολωνία πρέπει να αποκτήσει τις πιο σύγχρονες δυνατότητες, που σχετίζονται επίσης με τα πυρηνικά όπλα και τα σύγχρονα μη συμβατικά όπλα… αυτός είναι ένας αγώνας για την ασφάλεια, όχι για τον πόλεμο», δήλωσε.
Επικαλέστηκε, μάλιστα, το παράδειγμα της Ουκρανίας, η οποία εγκατέλειψε το πυρηνικό της οπλοστάσιο και σήμερα δέχεται επίθεση από τη Ρωσία.
Ο Πολωνός πρωθυπουργός ανακοίνωσε επίσης την ενίσχυση των συμβατικών στρατιωτικών δυνάμεων της χώρας, επισημαίνοντας: «Μέχρι το τέλος του έτους, θέλουμε να έχουμε έτοιμο ένα μοντέλο ώστε κάθε ενήλικος άνδρας στην Πολωνία να είναι εκπαιδευμένος για πόλεμο και έτσι η εφεδρεία να είναι επαρκής για πιθανές απειλές».
Σήμερα, ο πολωνικός στρατός αριθμεί περίπου 200.000 μέλη, γεγονός που τον καθιστά την τρίτη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στο ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ και την Τουρκία, καθώς και τη μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Ο Τουσκ σημείωσε ότι η Ουκρανία διαθέτει στρατό περίπου 800.000 ατόμων, ενώ η Ρωσία έχει 1,3 εκατομμύρια στρατιώτες.
«Κάθε υγιής άνδρας θα πρέπει να θέλει να εκπαιδευτεί ώστε να μπορεί να υπερασπιστεί την πατρίδα σε περίπτωση ανάγκης. Θα το οργανώσουμε με τέτοιο τρόπο ώστε να μην είναι επιβάρυνση για τους πολίτες», ανέφερε, προσθέτοντας πως οι γυναίκες θα μπορούν επίσης να συμμετέχουν εθελοντικά, αλλά «ο πόλεμος εξακολουθεί, σε μεγαλύτερο βαθμό, να είναι υπόθεση των ανδρών».
Η Πολωνία έχει υπογράψει τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών Όπλων (NPT), η οποία απαγορεύει στις χώρες που δεν διέθεταν πυρηνικά το 1970, όταν η συνθήκη τέθηκε σε ισχύ, να αποκτήσουν τέτοια όπλα.
Ωστόσο, χώρες όπως το Ισραήλ, η Ινδία και το Πακιστάν, που δεν υπέγραψαν ποτέ τη συνθήκη, καθώς και η Βόρεια Κορέα, που αποχώρησε από αυτήν, ανέπτυξαν πυρηνικά οπλοστάσια.
Στην Πολωνία, κατά καιρούς έχουν γίνει συζητήσεις για την ένταξη της χώρας στο «πυρηνικό κλαμπ».
Ο ηγέτης του πρώην κυβερνώντος κόμματος, Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, είχε δηλώσει το 2022 πως «Ως πολίτης, θα ήθελα η Πολωνία να αποκτήσει πυρηνικά όπλα», αλλά πρόσθεσε: «Ως υπεύθυνος πολιτικός, πρέπει να αξιολογήσω αυτή την ιδέα ως μη ρεαλιστική».
Από την πλευρά της, η Μόσχα έχει επανειλημμένα υπαινιχθεί ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, ιδιαίτερα εάν η Δύση αυξήσει τη στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο.
Το Γαλλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων προειδοποίησε πέρυσι σε έκθεσή του ότι «ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει τη δυνατότητα να αυξήσει τους κινδύνους διάδοσης (πυρηνικών όπλων), καθώς δείχνει ότι οι πυρηνικές δυνάμεις μπορούν να επιτίθενται σε έναν αντίπαλο με συμβατικές δυνατότητες, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιούν πυρηνικές απειλές για να αποτρέψουν την επέμβαση τρίτων».
«Ο πόλεμος στέλνει επίσης το μήνυμα ότι τα πυρηνικά όπλα είναι απαραίτητη εγγύηση για την εθνική ασφάλεια», κατέληγε η έκθεση.
Με πληροφορίες από: Politico, New York Times
Πηγή
www.enikos.gr